-
1 κατά-γνωσις
κατά-γνωσις, ἡ, Verurtheilung, Thuc. 2, 82; ϑανάτου, zum Tode, Xen. Mem. 4, 8, 1; Dem. 24, 63 im Gesetz; Mißbilligung, Geringschätzung, Thuc. 3, 16; καὶ προςκοπή Pol. 6, 6, 8.
-
2 δυς-αρέστησις
δυς-αρέστησις, ἡ, Mißvergnügen, Unzufriedenheit, Plat. Ax. 366 d u. a. Sp., wie Pol., καὶ προςκοπή 27, 6, 10; τοῖς πραττομένοις, über, 4, 21, 7; ἐπί τινι, 24, 7, 5.
-
3 προς-κοπή
προς-κοπή, ἡ, = πρόσκομμα, Suid.; Anstoß, Beleidigung, Unwille, ἐφ' οἷς μὲν φϑόνου γενομένου καὶ προςκοπῆς, Pol. 6, 7, 8, u. öfter; τοιαύτη τις ὑπέδραμε προςκοπὴ καὶ μῖσος κατὰ τῶν προειρημένων, 30, 20, 8; καὶ ἀλλοτριότης, 31, 18, 4; Plut. u. a. Sp.